Αγρυπνία Το ευλογημένο τόλμημα και ...
ΤΟ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ ΤΟΛΜΗΜΑ ΚΑΙ Η ΛΥΤΡΩΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
Ἀπὸ τὸν πατέρα Παναγιώτη Γκέζο σὲ ἀγρυπνία
Κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἔχει δεχθεῖ μιὰ θεησκευτικὴ παράδοση ἔχει ἕνα δικὸ του τρὸπο νὰ τὴ συνδέει μὲ τὴ ζωή του.
Γιὰ μερικοὺς ἀνθρώπουςἡ θρησκευτικὴ παράδοση εἶναι μιὰ εὐκαιρία γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν ὁρισμένες αἰσθητικές τους ἀνάγκες. Χαίρονται τὸ αἰσθητικὸ μεγαλεῖο ἕνὸς ναοῦ, ἀπολαμβάνουν τὴ μουσική, ἤ μαγεύονται ἀπὸ τὸ μυστήριο τοῦ ἱεροτελεστικοῦ κλίματος.
Ἄλλοιἐκστασιάζονται ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἀποκαλοῦν κατανυκτικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς θρηκευτικῆς λατρείας.
Πολλοὶἱκανοποιοῦν τὴν ἀνάγκη γιὰ κάποιο αἴσθημα ἀσφαλίας ἀποδίδοντας μαγικὴ δύναμη στοὺς τύπους καὶ τὰ σύμβολα.
Μερικοὶ ἀποδέχονται μιὰ θρησκευτικὴ παράδοση, γιατὶ τοὺς προσφέρει τὴ δυνατότητα νὰ ἀνήκουν σὲ κάποια ὁμάδα ἀνθρώπων καὶ πολὺ συχνὰ μιὰ εὐκαιρία ἀναγνωρίσεως καὶ προβολῆς.
Ἄν καὶ εἶναι δύσκολο νὰ ξέρει κανεὶς τὶ ἀκριβῶς γίνεται μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά, εἶναι μᾶλλον βέβαιο ὅτι δὲν εἶναι πολλὺ ἐκεῖνοι ποὺ βιώνουν τὴ θρησκευτικὴ παράδοση σὰν τὴν ἀποκαλυμμένη αλήθεια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ πραγματικὴ φύση τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου, μὲ τὴ βοήθεια τῆς ὁποίας ὁ ἄνθρωπος θὰ μπορέσει νὰ ἐνεργοποιήσει καὶ νὰ πραγματώσει αὐτὸ ποὺ δυναμικὰ φέρνει μέσα του.
Ἔτσι πολὺ συχνὰ ἀρνούμεθα νὰ κάνουμε χρήση αὐτὴς τῆς ἀποκαλυμμένης ἀλήθειας γιὰ νὰ ζήσουμε ὅπως ἔχει ἀνάγκη ἡ φύση μας καὶ σὰν συνέπεια μαραζώνουμε καὶ πεθαίνουμε.
Ὅταν δὲ ἀρχίζουμε νὰ βλέπουμε καὶ νὰ ὐφιστάμεθα τὰ συμπτώματατοῦ μαρασμοῦ, προσπαθοῦμε νὰ χρησιμοποιήσουμε τὴ θρησκευτικὴ παράδοση σὰν ἕνα μαγικὸ ἐλιξήριο (λίθος της γνώσεως) ποὺ θὰ ἀπομακρύνει τὰ συμπτώματα τῆς φθορᾶς ποὺ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι προκαλέσαμε,ἀρνούμενοι νὰ ζήσουμε μὲ τὸν τρόπο ποὺ στηρίζει τὴ ζωὴ καὶ ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἀνάπτυξη, τὴν ὁλοκληρώση, τὴ σωτηρία. Πολὺ συχνὰ τότε ἀγανακτοῦμε καὶ διαμαρτυρόμαστε ποὺ ἡ θρησκευτικότητα μας μᾶς ἀπογοήτευσε καὶ τὴν ἀμφισβητοῦμε ἤ τὴν ἀπορρίπτουμε.
Ὅταν γνωρίζουμετὴν ἀποκαλυμμένη ἀλήθεια γιὰ τὴν πραγματικὴ μας φύση, μαθαίνουμε ὅτι μποροῦμε νὰ ζοῦμε στὸ βαθμὸ ποὺ καλλιεργοῦμε τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό καὶ γιὰ τὸν συνάθρωπο.
Ἡ περίοδος τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, εἶναι λειτουργικὴ περίοδος ποὺ ἀρχίζει μὲ τὴ προσπάθεια τῆς καλιέργειας τῆς ἀγάπης γιὰ τὸ συνάνθρωπο μέσα μας καὶ κορυφώνεται μὲ τὴ καλιέργεια τῆς ἀγάπης γιὰ τὸ Θεό.
Ἡ περίοδος τῆς Πεντηκοστῆς καλιεργεῖ αὐτὴ τὴν ἀγάπη στὸ βαθμὸ που γίνεται τὸ παράφορο πάθος τοῦ Θείου ἔρωτα, καταδεικνύει τὴν εὐεργετικὴ ἐπίδραση ποὺ αὐτὸ τὸ θείο πάθος ἔχει στὴ ζωή μας καὶ δείχνει ἀκόμη πῶς μ’ αὐτὸν τὸ θείο ἔρωτα, ἠ φύση μας ζωογονείται, πῶς καρποφορεῖ καὶ πῶς δοξάζεται.
Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος δοκιμάζει ἀπογοήτευση σὲ βαθμὸ ἀπογνώσεως, γιατὶ διαπιστώνει τὴν ἀνεπάρκεια ἤ ἀνικανότητα ὅλων ἐκείνων τῶν πραγμάτων ἀπὸ τὰ ὁποῖα προσδόκησε τὴ σωτηρία του. Ἀρχίζει νὰ τὸν ἀπογοητεύει ἡ ἐπιστήμη, νὰ τὸν κουράζει ἡ τέχνη, νὰ τὸν ἀφήνει ἀνικανοποίητο ἡ παιδεία, νὰ τὸν ἀηδιάζει ἡ πολιτικὴ καὶ βρίσκει ἀδύναμη κι αὐτὴ τὴν ἴδια τὴ θρησκεία.
Αὐτὴ ἡ ἀπογοήτευση εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ἔχει ἀγνοήσει τὴν ἀποκαλυμμένη ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ τὴ ζωὴ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καὶ ἀντὶ νὰ στρέφει τὸν ἔρωτά του πρὸς τὸ Δημιουργό, τὸν ἔστρεψε πρὸς τὰ δημιουργήματα ποὺ τὰ θεοποίησε καὶ τὰ λάτρεψε καὶ ἀντὶ νὰ ἐρωτευτεῖ τὸν ἄνθρωπο σὰν πρόσωπο, τὸν ἐρωτεύθηκε σὰν πράγμα.
Τέλος, ὁ σημερινὸς ἄθρωποςβρέσκει καὶ αὐτὴ ἀκόμη τὴ θρησκεία ἀδύναμη, γιατὶ ἀντὶ νὰ τὴ βλέπει σὰν τὴν «ὁδὸ καὶ τὴν ἀλήθεια», τὴν ἔκανε εἰδωλολατρικὴ καὶ μαγικὴ καὶ ὄχι μόνο δὲν περιμένει ἀπ’ αὐτὴ νὰ τοῦ ἀποκαλύψει τὴν ἀλήθεια,ἀλλὰ τὴ χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ ἀποφύγει νὰ δεῖ τὴν ἀλήθεια.
Ἔτσι σὰν ἕνα ναρκωτικό, σὰν μιὰ ἀπόδραση ἀπ’ τὴν ἀλήθεια χρησιμοποιεῖ καὶ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀντὶ νὰ τὴν ἀφήνει νὰ καλλιεργήσει μέσα του τὸ ἐρωτικὸ πάθος γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου, τὴν κάνει ἕνα εὐσεβοφανὲς παραπέτασμα ποὺ σκεπάζει τὸν ἀντιανθρώπινο ναρκισσισμό του.
Ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου καὶ τῆς Πεντηκοστῆς θέλει καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ λυτρωτικὴ συνάντηση μέ τὸ Θεό, ποὺ εἶναι ἡ πιὸ βαθιὰ ἀνάγκη τῆς ψυχῆς μας.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ σημαίνει νὰ δοῦμε πρώτιστα τὴν ἐσωτερική μαςφρίκη.
Σ’ αὐτὸ τὸ τόλμημα ἄς μᾶς δίνει θάρρος ἡ σκέψη πὼςπίσω ἀπ’ αὐτὴ τὴ φρίκη θὰ ἀνακαλύψουμε τὴν εικόνα τοῦ Θεοῦ μέσα μας καὶ μέσα ἀπ’ τὴν εἰκόνα θὰ ἀρχίσουμε νὰ διακρίνουμε τὸ ἀνέσπερο θεῖο φῶς ποὺ θὰ πληρώσει τὸ τρομερὸ κενὸ ποὺ βασανίζει τὴν ψυχή μας τόσο ἀφόρητα, γιατὶ αὐτὸ τὸ κενὸ εἶναι ὁ χῶρος τῆς ψυχῆς μας ποὺ εἶναι ὁ χῶρος τοῦ Θεοῦ καὶ τίποτε καὶ κάνεις ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ πληρώσει.
Ἐκείνος ποὺ θὰ τολμήσει αὐτὸ τὸ εὐλογημένο τόλμημα καὶ θὰ μπορέσει νὰ διακρίνει αὐτὸ τὸ ἀνέσπερο φῶς,θὰ αἰσθανθεῖ ἀνέκφραστη γλυκύτητα ποὺ ἔνιωσαν ὅλοι οἱ γνήσιοι ἐραστές τοῦ Θεοῦ.
Γ.Πατρώνος «Στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχει ἐπικρατήσει ἡ μυστικὴ εὐχὴ «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον με τὸν ἁμαρτωλόν». Αὐτὴν ἐπαναλαμβάνουν διακαῶς ὅχι μόνο οἱ ταπεινοὶ καὶ ἁμαρτωλοὶ, ἀλλὰ καὶ οἱ Ὅσιοι καὶ οἱ Ἅγιοι καὶ οἱ ἀλλόθρησκοι ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ὁ ὁποίος ἥλκυσε τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἕλεος τοῦ Κυρίου διότι εἶχε πλήρη συναίσθηση τῆς ἀναξιότητάς του.
Ἐδῶ βρίσκεται τὸ μυστικὸ τῆς σωτηρίας. Οἱ Ἅιοι τὴς Ἐκκλησίας ποτὲ δὲν εἶχαν τὴν βεβαιότητα τῆς ἁγιότητάς τους καὶ τῆς ἐνάρετης καταξίωσής τους. Πάντα ἔλεγαν καὶ πίστευαν ὅτι ἦσαν οἱ ἔσχατοι τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ μάλιστα εὐχαριστοῦσαν τὸν Θεὸ περισσότερο γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, ποὺ ἥλκυαν τὸ ἔλεος, παρὰ γιὰ τὶς ἀρετες τους ποὺ κινδύνευαν νὰ ἀποξενωθοῦν ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς.